18 October 2024

Ζεις από θαύμα. Χώνεψέ το…

 

Η Ελλάδα δεν είναι απλώς μια χώρα στην οποία ζεις με “ατομική ευθύνη”. 

Είναι μια χώρα στην οποία η ίδια η επιβίωση εξαρτάται από το πόσο τυχερός θα σταθείς…

Στην Ελλάδα, το «πάμε κι όπου βγει» δεν είναι απλώς μια φράση της καθημερινότητας, αλλά το σύνθημα ολόκληρης της κρατικής μηχανής. 

Το πρόσφατο περιστατικό, όταν συρμός του Προαστιακού εισήλθε στη γραμμή του Μετρό στη Δουκίσσης Πλακεντίας, αναδεικνύει ξανά το ίδιο ερώτημα: πόσο πιο κοντά στην καταστροφή πρέπει να φτάσουμε για να κάνει το κράτος επιτέλους τη δουλειά του;

Και ας μην γελιόμαστε, αυτό δεν είναι ένα μεμονωμένο γεγονός. 

Το έγκλημα των Τεμπών, ακόμα νωπό, μας θυμίζει ότι ζούμε σε μια χώρα όπου οι πολίτες κουβαλούν το συλλογικό τραύμα αλλά και τον διαρκή φόβο μιας επόμενης καταστροφής που μπορεί να χτυπήσει οπουδήποτε, οποτεδήποτε, σε ανύποπτο χρόνο.

Και πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά; Όπου κι αν κοιτάξεις, βλέπεις τα σημάδια μιας χώρας σε μόνιμη αποσύνθεση. 

Δρόμοι γεμάτοι λακκούβες που μετατρέπονται σε παγίδες θανάτου, φανάρια χαλασμένα για μήνες, ανύπαρκτα πεζοδρόμια, και όλα αυτά σε πόλεις που διαφημίζονται ως ευρωπαϊκές. 

Τα δημόσια μέσα μεταφοράς λειτουργούν με την ευχή «να μην γίνει το κακό», ενώ η λέξη «συντήρηση» έχει διαγραφεί από το λεξικό των αρμόδιων. 

Δεν χρειάζεται να είσαι ειδικός για να καταλάβεις ότι το πρόβλημα είναι βαθιά συστημικό.

Το παράδειγμα του Προαστιακού δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου. Συνεχώς ακούμε για φθορές στις ράγες, για ελλείψεις στους ελέγχους και για ανεπάρκεια προσωπικού. 

Η υποστελέχωση, βέβαια, δεν είναι απλώς ένα διοικητικό πρόβλημα· είναι ένα καρκίνωμα που μαστίζει κάθε επίπεδο της δημόσιας διοίκησης και κοστίζει ζωές. 

Η «αυτορρύθμιση» των υποδομών και των υπηρεσιών αποτελεί μια επικίνδυνη ψευδαίσθηση, με τον πολίτη να αναγκάζεται να ζει, να κινείται και να εργάζεται σε συνθήκες όπου η ασφάλεια μοιάζει προαιρετική.

Και δεν είναι μόνο οι σιδηρόδρομοι ή οι δρόμοι που απειλούν τη ζωή μας. Ας σκεφτούμε λίγο την υγεία. 

Τα νοσοκομεία, που κανονικά θα έπρεπε να είναι οι φάροι ασφάλειας και περίθαλψης, έχουν μετατραπεί σε χώρους όπου η ανεπάρκεια είναι καθημερινή. 

Ελλείψεις σε γιατρούς, βασικά υλικά και κτίρια που καταρρέουν. 

Σε μια χώρα που περηφανεύεται για τον πολιτισμό της, οι πολίτες φοβούνται μήπως αρρωστήσουν, γιατί το δημόσιο σύστημα υγείας μοιάζει ανήμπορο να τους προσφέρει ακόμα και τα στοιχειώδη. 

Οι λίστες αναμονής για μια απλή χειρουργική επέμβαση ή ακόμα και για μια απλή διάγνωση είναι εξωφρενικές. 

Ο σεβασμός στον άνθρωπο, στο αγαθό της περίθαλψης, έχουν πάει περίπατο.

Όταν το κράτος δεν μπορεί να εγγυηθεί τα βασικά, το αποτέλεσμα είναι προδιαγεγραμμένο: κάθε καλοκαίρι οι φωτιές σκοτώνουν ανθρώπους, κατακαίνε δάση και σπίτια, κάθε φθινόπωρο οι πλημμύρες σαρώνουν πόλεις και χωριά, και κάθε χειμώνα οι πολίτες εγκλωβίζονται με μερικούς πόντους χιόνι. 

Οι ίδιες καταστροφές, τα ίδια τραγικά γεγονότα επαναλαμβάνονται και θεωρούνται κανονικότητα, ενώ το κράτος, διαλυμένο και υποστελεχωμένο, παραμένει ανίκανο να δράσει προληπτικά.

Και ας μη γελιόμαστε, η διαφθορά είναι κομμάτι αυτής της ιστορίας. 

Κάθε έργο που προορίζεται να προσφέρει ασφάλεια και ευημερία καταλήγει να είναι μέσο κερδοσκοπίας για λίγους, ενώ οι υπόλοιποι ζούμε βιώνοντας τις δραματικές συνέπειες. 

Έργα που γίνονται βιαστικά, χωρίς διαφάνεια και χωρίς πραγματική μέριμνα για τις ζωές των πολιτών. 

Η κακή διαχείριση δημόσιων υποδομών δεν είναι απλώς μια γραφειοκρατική δυσλειτουργία· είναι εγκληματική αμέλεια που κοστίζει ζωές.

Και τι να πούμε για την παιδεία στην Ελλάδα; Τα σχολεία είναι παρατημένα, με κτίρια σε άθλια κατάσταση και ελλείψεις εκπαιδευτικών.

Οι μαθητές στοιβάζονται σε τάξεις υπερφορτωμένες, ενώ οι εκπαιδευτικοί πασχίζουν να διδάξουν κάτω από αντίξοες συνθήκες. 

Η εκπαίδευση, που θα έπρεπε να είναι θεμέλιος λίθος του μέλλοντος αυτής της χώρας, θυσιάζεται στον βωμό της αδιαφορίας και της έλλειψης οράματος.

Η σκληρή πραγματικότητα είναι πως η χώρα αυτή λειτουργεί σαν μια ζωντανή παγίδα. 

Αν δεν καείς στις πυρκαγιές, αν δεν πνιγείς στις πλημμύρες, αν δεν σκοτωθείς σε κάποιο ατύχημα στους δρόμους ή τις σιδηροδρομικές γραμμές, θα συνεχίσεις να παλεύεις καθημερινά με την ανεπάρκεια και την αδιαφορία του κράτους. 

Και αν επιβιώσεις από όλα αυτά, το κράτος θα σε «επιβραβεύσει» με λογαριασμούς και φόρους που δεν μπορείς να πληρώσεις.

Το κράτος, ανίκανο να αναλάβει τις ευθύνες του, μεταφέρει το βάρος στους πολίτες, αναγκάζοντάς τους να ζουν σε μια διαρκή κατάσταση φόβου και ανασφάλειας. 

Η καθημερινότητα στην Ελλάδα έχει μετατραπεί σε έναν αγώνα επιβίωσης, όπου η τύχη έχει τον πρώτο λόγο.

Τελικά, η Ελλάδα δεν είναι απλώς μια χώρα όπου ζεις με την ατομική σου ευθύνη. 

Είναι μια χώρα όπου η ίδια η επιβίωση εξαρτάται από το πόσο τυχερός θα είσαι. Και όσο το «πάμε κι όπου βγει» συνεχίζει να αποτελεί το κυρίαρχο σύνθημα, οι τραγωδίες δεν θα είναι μόνο αναμενόμενες· θα είναι αναπόφευκτες.

Δεν μας αξίζει να ζούμε σε μια χώρα όπου το ρίσκο της επιβίωσης είναι η καθημερινή πραγματικότητα, το καθημερινό άγχος. 

Δεν μας αξίζει να μην ξέρουμε από πού να φυλαχτούμε. 

Δεν μας αξίζει αυτή η αδιαφορία που μας καταδικάζει να βασιζόμαστε στην τύχη και όχι σε ένα σύστημα που λειτουργεί. 

Σε ένα σύστημα που λειτουργεί όπως πρέπει, χωρίς αστερίσκους.


ΝΙΚΟΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ